Τα μυστικά μιας χαμένης πόλης, που ενδεχομένως να ενέπνευσε έναν από τους μεγαλύτερους μύθους παγκοσμίως -το μύθο της χαμένης Ατλαντίδας- αναδύθηκαν από τα βάθη της θάλασσας στη νότια Ελλάδα.
Μετά από εξερεύνηση μίας ομάδας Άγγλων και Ελλήνων αρχαιολόγων και θαλάσσιων γεωλόγων, και γνωστή με την ονομασία Παυλοπέτρι, η βυθισμένη πόλη πιθανολογείται ότι έχει ηλικία 5.000 ετών, ενώ το μέγεθος και ο πλούτος της σε λεπτομέρεια είναι άνευ προηγουμένου, όπως αναφέρουν οι ειδικοί.
«Δεν υπάρχει πλέον καμία αμφιβολία πως πρόκειται για την αρχαιότερη βυθισμένη πόλη στον κόσμο,» δήλωσε ο Τζον Χέντερσον, καθηγητής υποβρύχιας αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Νόττινχαμ. «Υπάρχουν ερείπια που χρονολογούνται από το 2800 μέχρι το 1200 π.Χ., πολύ πριν τις δοξασμένες εποχές της αρχαίας Ελλάδας. Υπάρχουν αρχαιότερες βυθισμένες περιοχές ανά τον κόσμο, αλλά καμία δεν μπορεί να θεωρηθεί ως οργανωμένη πόλη, όπως είναι αυτή, και αυτό είναι που την κάνει και μοναδική.»
Η βυθισμένη πόλη, που καταλαμβάνει έκταση 3.000 τετραγωνικά μέτρα στο βυθό του ωεκανού, βρίσκεται ανοιχτά της νότιας Πελοποννήσου και πιστεύεται ότι βυθίστηκε γύρω στο 1000 π.Χ. Αν και ανακαλύφθηκε πρώτη φορά από έναν Βρετανό ωκεανογράφο, πριν από περίπου 40 χρόνια, φέτος κατάφεραν οι θαλάσσιοι γεωλόγοι, με τη βοήθεια της ψηφιακής τεχνολογίας, να μελετήσουν με μεγαλύτερη λεπτομέρεια τα ερείπια.
Τα ευρήματά τους ξεπέρασαν κάθε προσδοκία. Χάρη στη μετακινούμενη άμμο και ένα κόλπο που προστατεύει την πόλη, η εξερεύνηση έφερε στο φως έναν κόσμο από κτίσματα, αυλές, δρόμους, θαλαμωτούς λίθινους τάφους και εκκλησίες. Επιπλέον, ο βυθός ήταν γεμάτος με χιλιάδες θραύσματα κεραμικών αγγείων.
«Βρήκαμε κεραμικά που χρονολογούνται από το τέλος της λίθινης εποχής, γεγονός που δείχνει ότι η πόλη κατοικείτο πριν από 5.000 χρόνια, δηλαδή τουλάχιστον 1.200 χρόνια νωρίτερα απ' ότι πιστεύαμε μέχρι σήμερα,» υποστήριξε ο Χέντερσον, ο οποίος ήταν και ένας από τους συντονιστές της υποβρύχιας έρευνας.
«Οι έρευνές μας έδειξαν ακόμα πάνω από 9.000 τετραγωνικά μέτρα νέων κτηρίων. Αυτό όμως που μας εξέπληξε περισσότερο ήταν η ανακάλυψη ενός πιθανού μεγάρου, μίας μνημειώδους κατασκευής με έναν τεράστιο ορθογώνιο προθάλαμο, στοιχείο που δείχνει και αυτό με τη σειρά του πως στην πόλη διέμενε μία ελίτ, ανεβάζοντας αυτομάτως το στάτους της πόλης.»
Περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη υποθαλάσσια πόλη μέχρι στιγμής, αυτή εδώ δίνει τη δυνατότητα στους επιστήμονες να καταλάβουν τον τρόπο με τον οποίο ήταν δομημένη η Μυκηναϊκή κοινωνία.
«Είναι ένα σημαντικό στοιχείο γιατί εξαιτίας της βύθισής της, η πόλη δεν ξανακατοικήθηκε ποτέ,» σημειώνει ο Ηλίας Σπονδύλης, επίσης ένας από τους συντονιστές της έρευνας και επικεφαλής της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων της Ελλάδας. «Είναι σαν να έχει παγώσει μία στιγμή του παρελθόντος.»
Οι θαλάσσιοι γεωλόγοι καλούνται να βρούνε τα αίτια που οδήγησαν στη βύθιση της πόλης. Κάποιες από τις θεωρίες υποστηρίζουν πως είτε ανέβηκε η στάθμη της θάλασσας, είτε υποχώρησε το έδαφος εξαιτίας των σεισμών, είτε βυθίστηκε από κάποιο τσουνάμι.
«Ο συνδυασμός των δύο πρώτων θεωριών είναι το πιο πιθανό σενάριο,» υποστηρίζει ο Δημήτρης Σακελλαρίου από το Ελληνικό Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας. «Είναι πραγματικά εκπληκτικό αν αναλογιστεί κανείς ότι αποτελεί την αρχαιότερη βυθισμένη πόλη. Δεν δείχνει μόνο πως ζούσαν οι άνθρωποι εκείνη την εποχή, αλλά έχει τεράστιο ενδιαφέρον και για τους φυσικούς επιστήμονες, καθώς τα νερά γύρω από την πόλη είναι πολύ ρηχά.»
Οι κάτοικοι της Νεάπολης είναι ενθουσιασμένοι με την ανακάλυψη αυτή. «Οι παλαιότερες γενιές πάντα έλεγαν ότι κάτι υπήρχε εκεί αλλά κανείς δεν είχε ιδέα για το μέγεθός του,» δήλωσε χαρακτηριστικά ο δήμαρχος της Νεάπολης, Γιάννης Κουσούλης.
Είναι η πρώτη φορά που ανακαλύπτεται μία βυθισμένη πόλη στην Ελλάδα και η οποία προηγείται χρονολογικά της εποχής που ο Πλάτωνας έγραψε την αλληγορική του ιστορία για τη βυθισμένη Ατλαντίδα.
«Η Ατλαντίδα ήταν ένας μύθος αλλά είναι ένας μύθος που συντηρεί για χρόνια τις υποβρύχιες εξερευνήσεις,» δήλωσε ο κύριος Σακελλαρίου. «Λιγότερο από το 1% του βυθού των ωκεανών σε όλο τον κόσμο έχει εξερευνηθεί. Πρόκειται για ένα μοναδικό εύρημα αλλά υπάρχουν πολλά ακόμα πράγματα εκεί κάτω που περιμένουν από εμάς να τα ανακαλύψουμε.»